Η κατανάλωση ψαριών βελτιώνει το μικροβίωμα του εντέρου
Μια σειρά από οικονομικούς, διατροφικούς, θρησκευτικούς και ιδεολογικούς παράγοντες επηρεάζουν τη διατροφή μας. Το κλειδί, ωστόσο, βρίσκεται στην εύρεση μιας ισορροπίας που φροντίζει τόσο για την υγεία μας όσο και για την υγεία του πλανήτη. Η παραδοσιακή μεσογειακή διατροφή είναι μια επιλογή που ικανοποιεί αυτές τις απαιτήσεις. Το ψάρι παίζει σημαντικό ρόλο, παρέχοντας γεύση αλλά και θρεπτική αξία.
Τα λιπαρά ψάρια ορίζονται ως ψάρια με αναλογία λίπους μεγαλύτερη από 5-6% της μυϊκής τους μάζας: οι σαρδέλες, ο μακρόπτερος τόνος, το σκουμπρί και το σαφρίδιο είναι μερικά από τα πιο γνωστά παραδείγματα. Τα λιπαρά ψάρια ξεχωρίζουν χάρη σε τρία σημαντικά συστατικά:
Πολυακόρεστα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, τα οποία μπορούν να βοηθήσουν στην προστασία από καρδιαγγειακές παθήσεις και άλλες ασθένειες.
Πεπτίδια -μόρια πρωτεΐνης που αποτελούνται από δύο ή περισσότερα αμινοξέα- τα οποία έχουν διάφορα οφέλη για την υγεία, όπως η πρόληψη ή η θεραπεία καταστάσεων όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση, ο διαβήτης και η παχυσαρκία.
Υψηλή περιεκτικότητα σε βιταμίνες (κυρίως βιταμίνες A, D και E) και άλλα μικροθρεπτικά συστατικά όπως μαγνήσιο, σελήνιο και ιώδιο.
Τα οφέλη αυτού του συνδυασμού θρεπτικών συστατικών έχουν αποδειχθεί από το έργο GALIAT (Galician Atlantic Diet), με επικεφαλής το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Santiago de Compostela. Τα αποτελέσματα δείχνουν μείωση του μεταβολικού συνδρόμου -μιας ομάδας καταστάσεων που αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων και διαβήτη. Ένας λόγος γι’ αυτό μπορεί να είναι τα βακτήρια του εντέρου.
Το μικροβίωμα
Η ύπαρξη πολλών διαφορετικών τύπων βακτηρίων στο έντερο έχει οφέλη για την υγεία, συμπεριλαμβανομένου του χαμηλότερου κινδύνου για διαβήτη, παχυσαρκία και φλεγμονώδη νόσο του εντέρου. Επομένως, είναι σημαντικό να αυξήσουμε τον αριθμό και την ποικιλία των καλών βακτηρίων στο έντερό μας.
Η εστίαση είναι κυρίως στην αύξηση της πρόσληψης φυτικών ινών, καθώς τα βακτήρια του εντέρου είναι γνωστό ότι ευδοκιμούν σε άτομα που ακολουθούν μια διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες. Αλλά υπάρχει και ένας άλλος τρόπος για να ενισχύσουμε τα βακτήρια του εντέρου, να τρώμε περισσότερα ψάρια ή να λαμβάνουμε συμπληρώματα ωμέγα-3.
Γνωρίζουμε ότι τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα είναι καλά για την υγεία μας και τα συμπληρώματα με ωμέγα-3 χρησιμοποιούνται συχνά για να βοηθήσουν άτομα με παθήσεις όπως αρθρίτιδα, καρδιακές παθήσεις και δερματικά προβλήματα. Μπορεί όμως τα ωμέγα-3 να είναι επίσης ωφέλιμα για τα καλά βακτήρια που ζουν στο έντερό μας; Αυτό έχουν προτείνει ορισμένες μελέτες σε ποντίκια.
Μια ερευνητική ομάδα, για να τεστάρει αυτή την ιδέα, ρώτησε 876 μεσήλικες γυναίκες στο Ηνωμένο Βασίλειο σχετικά με τη διατροφή τους και τα συμπληρώματα που λάμβαναν τακτικά. Από αυτές τις πληροφορίες υπολόγισε πόσα ωμέγα-3 λάμβαναν. Οι ερευνητές πήραν δείγμα αίματος από τις συμμετέχουσες και μέτρησαν πόσα ωμέγα-3 είχαν πραγματικά στο αίμα τους. Αυτό ήταν πιο ακριβές από το να ρωτήσουν απλώς πόσα ψάρια κατανάλωναν ή πόσα συμπληρώματα. Οι γυναίκες παρείχαν και ένα δείγμα κοπράνων που χρησιμοποιήθηκε για να μετρηθούν οι τύποι των βακτηρίων και βιοχημικών ενώσεων στα έντερά τους.
Αντιφλεγμονώδεις ουσίες
Οι ερευνητές βρήκαν ότι ότι τα άτομα με τα υψηλότερα επίπεδα ωμέγα-3 στο αίμα τους, ανεξάρτητα από το αν έτρωγαν φυτικές ίνες ή όχι, είχαν μεγαλύτερη ποικιλία βακτηρίων στο έντερό τους. Αυτό από μόνο του υποδεικνύει ένα πιο υγιές έντερο. Αυτοί οι άνθρωποι έφεραν επίσης περισσότερα «καλά» βακτήρια στο έντερο -βακτήρια που έχουν βρεθεί από άλλες μελέτες ότι σχετίζονται με χαμηλότερη φλεγμονή και χαμηλότερο κίνδυνο παθήσεων του εντέρου, όπως η κολίτιδα. Αυτά τα βακτήρια είναι γνωστό ότι παράγουν ουσίες που αποτρέπουν τη φλεγμονή στο παχύ έντερο, και ιδιαίτερα ένα λιπαρό που ονομάζεται βουτυρικό οξύ.
Άρα, μπορούν τα ωμέγα-3 να κάνουν τα βακτήρια του εντέρου να παράγουν ουσίες που είναι καλές για την υγεία μας; Για να ελέγξουν αυτή την ιδέα, οι ερευνητές εξέτασαν τις βιοχημικές ενώσεις που υπήρχαν στα δείγματα κοπράνων. Βρήκαν ενώσεις που συμβάδιζαν με τα ωμέγα-3 στο αίμα των εθελοντριών ή στη διατροφή τους. Αυτές οι τρεις χημικές ενώσεις ήταν ένα ωμέγα-3 λιπαρό, ένα άλλο μόριο που προέρχεται από τη σάρκα του ψαριού και ένα μόριο που ονομάζεται NCG (n-carbamyl glutamate).
Το NCG ήταν σε υψηλότερα επίπεδα στα άτομα που είχαν αντιφλεγμονώδη βακτήρια. Σε προηγούμενες μελέτες, η χορήγηση του NCG σε χοίρους ή αρουραίους είχε ως αποτέλεσμα ένα πιο υγιές έντερο, με χαμηλότερη φλεγμονή και μικρότερη βλάβη λόγω ελεύθερων ριζών.
Είναι πιθανόν, όταν οι άνθρωποι τρώνε ιχθυέλαια (ψάρια ή συμπληρώματα), τα ωμέγα-3 να δίνουν μια ώθηση στα αντιφλεγμονώδη βακτήρια που παράγουν το βουτυρικό οξύ. Επίσης, τα ωμέγα-3 βοηθούν τα βακτήρια να παράγουν NCG, το οποίο με τη σειρά του έχει οφέλη στο έντερο -τα οφέλη αυτά έχουν παρατηρηθεί σε ζώα.
Πηγή: Έντυπο «Περί Υγείας»