
Τι δείχνουν οι ξαφνικές λάμψεις και τα αυξημένα «μυγάκια» στα μάτια
Η αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς αποτελεί σοβαρή οφθαλμολογική πάθηση που απαιτεί άμεση ιατρική παρέμβαση, καθώς η καθυστέρηση μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμη απώλεια όρασης.
Ο αμφιβληστροειδής είναι ένας νευρικός ιστός στο πίσω μέρος του ματιού που δέχεται φως και μεταφέρει την εικόνα στον εγκέφαλο. Η αποκόλληση συμβαίνει όταν απομακρύνεται από τη φυσιολογική του θέση, διακόπτοντας την τροφοδοσία των κυττάρων με οξυγόνο και θρεπτικά συστατικά.
«Η αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το υαλοειδές υγρό – το παχύρευστο υγρό που καλύπτει το οπίσθιο ημιμόριο του οφθαλμού και προσφύεται με ισχυρές ίνες στον αμφιβληστροειδή. Καθώς μεγαλώνουμε, το υαλοειδές απομακρύνεται από τον αμφιβληστροειδή, συνήθως χωρίς να δημιουργεί προβλήματα στην όραση. Μερικές φορές, όμως, καθώς απομακρύνεται μπορεί να προκαλέσει σχίσιμο στον αμφιβληστροειδή, σε μία ή περισσότερες περιοχές. Το υγρό μπορεί στη συνέχεια να περάσει μέσα από αυτό το σχίσιμο και να ανασηκώσει τον αμφιβληστροειδή, όπως η υγρασία ανασηκώνει την ταπετσαρία από τον τοίχο», εξηγεί ο Χειρουργός Οφθαλμίατρος Αλέξανδρος Χαρώνης, MD, διευθυντής τμήματος Αμφιβληστροειδούς σε Οφθαλμολογικό Κέντρο.
Ορισμένοι παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο αποκόλλησης. Η υψηλή μυωπία (άνω των 5 βαθμών) αυξάνει πενταπλάσια έως εξαπλάσια τις πιθανότητες συγκριτικά με άτομα με χαμηλή μυωπία.
Περαιτέρω παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν προηγούμενο τραύμα ή χειρουργείο στο μάτι, οικογενειακό ιστορικό αποκόλλησης ή ιστορικό αποκόλλησης στο άλλο μάτι, καθώς και περιοχές λέπτυνσης στον αμφιβληστροειδή, που εντοπίζονται κατά την οφθαλμοσκόπηση.
«Πρόσφατες μελέτες εξέτασαν κατά πόσο μετεωρολογικοί παράγοντες, όπως η θερμοκρασία και η υγρασία, μπορεί να σχετίζονται με αυξημένη συχνότητα αποκολλήσεων σε περιόδους καύσωνα. Ωστόσο, τα διαθέσιμα επιδημιολογικά δεδομένα είναι περιορισμένα και δεν τεκμηριώνουν αιτιώδη σχέση. Πρόκειται κατ’ ουσία για μία υπόθεση που απαιτεί περαιτέρω έρευνα», συνεχίζει ο κ. Χαρώνης.
Ανεξάρτητα από την αιτία, η αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς είναι επείγουσα κατάσταση. Οι ασθενείς πρέπει να απευθύνονται άμεσα σε οφθαλμίατρο με τα πρώτα συμπτώματα, ώστε να εφαρμοστεί η κατάλληλη θεραπεία πριν εξελιχθεί η κατάσταση. Τα συμπτώματα εμφανίζονται συχνά αιφνίδια και περιλαμβάνουν:
• Φωταψίες (λάμψεις) που γίνονται αντιληπτές ως αστραπές στο ένα ή και στα δύο μάτια.
• Αυξημένα μυγάκια (μυϊοψίες) που μοιάζουν με σκοτεινά σημαδάκια που «περιφέρονται» στο οπτικό πεδίο και ενισχύονται ξαφνικά σε περίπτωση αποκόλλησης.
• Σκοτεινή σκιά (σαν κουρτίνα) στην περιφερειακή όραση.
• Θόλωση της όρασης.
«Τα συμπτώματα αυτά δεν συνεπάγονται αυτομάτως ότι έχει αποκολληθεί ο αμφιβληστροειδής χιτώνας του ματιού. Χρειάζονται όμως επειγόντως αξιολόγηση από τον οφθαλμίατρο. Εκείνος θα εξετάσει τα μάτια και θα εντοπίσει τυχόν ρωγμές στον αμφιβληστροειδή ή την έναρξη της αποκόλλησης και θα συστήσει την απαιτούμενη θεραπεία», επισημαίνει ο κ. Χαρώνης.
Όταν υπάρχουν ρωγμές, ο οφθαλμίατρος μπορεί να προτείνει λέιζερ ή κρυοπηξία για να τις «σφραγίσει». Σε περίπτωση που η αποκόλληση έχει ξεκινήσει, σχεδόν πάντοτε απαιτείται χειρουργική επέμβαση για επανατοποθέτηση του αμφιβληστροειδούς.
Η καθυστέρηση διάγνωσης και θεραπείας μπορεί να αποβεί μοιραία. Όσο καθυστερεί η διόρθωση, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος μόνιμης απώλειας όρασης ή τύφλωσης, καθώς η αποκόλληση σχεδόν πάντα οδηγεί σε τύφλωση εάν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως.
«Η αποκόλληση αμφιβληστροειδούς μπορεί να συμβεί ξαφνικά σε οποιονδήποτε. Οι ασθενείς πρέπει να γνωρίζουν ότι όσο πιο σοβαρή είναι όταν διαγνωστεί, τόσο πιο δυσμενής είναι η πρόγνωση για την όραση. Με την έγκαιρη διάγνωση, όμως, και τη σύγχρονη τεχνολογία μπορεί να διορθωθεί το πρόβλημα στο 80-90% των περιπτώσεων, αν και η αποκατάσταση της όρασης μπορεί να διαρκέσει εβδομάδες ή μήνες», καταλήγει ο κ. Χαρώνης.