
Βακτηριακή μηνιγγίτιδα: Τι πρέπει να ξέρετε
Η νόσος παραμένει σημαντική πρόκληση για τη δημόσια υγεία, με σοβαρές επιπλοκές και αναπηρίες, που ενδέχεται να προκύψουν εξαιτίας της καθυστερημένης διάγνωσης.
Oι μήνιγγες είναι τρεις μεμβράνες που βρίσκονται η μία επάνω στην άλλη και αποτελούν τον τελικό ιστικό φραγμό πριν τα παθογόνα εισέλθουν στον εγκέφαλο. Μια μόλυνσή τους μπορεί να προκαλέσει οίδημα και φλεγμονή, που διακόπτει τη λειτουργία του εγκεφάλου. Η μηνιγγίτιδα είναι μια καταστροφική ασθένεια και παραμένει σημαντική πρόκληση για τη δημόσια υγεία. Ενοχοποιητικοί παράγοντες είναι πολλά διαφορετικά παθογόνα, όπως βακτήρια, μύκητες ή ιοί, αλλά η μεγαλύτερη παγκόσμια επιβάρυνση παρατηρείται με τη βακτηριακή μηνιγγίτιδα. Χωρίς θεραπεία, η βακτηριακή μηνιγγίτιδα ευθύνεται για το 70% των θανάτων, όσων έχουν προσβληθεί –η θεραπεία μπορεί να μειώσει αυτό το ποσοστό στο 30%. Μεταξύ αυτών που επιβιώνουν, ένας στους πέντε αντιμετωπίζει σοβαρές συνέπειες, όπως απώλεια ακοής ή όρασης, επιληπτικές κρίσεις, χρόνιο πονοκέφαλο και άλλα νευρολογικά προβλήματα. Η ιογενής μηνιγγίτιδα σπάνια προκαλεί θάνατο και είναι πολύ λιγότερο σοβαρή από τη βακτηριακή. Η μυκητιασική είναι πιο σπάνια.
Είναι σημαντικό να αναγνωρίσετε τα συμπτώματα, καθώς απαιτείται γρήγορη δράση. Η θεραπεία βασίζεται σε αντιβιοτικά, που σκοτώνουν τα βακτήρια, και σε στεροειδή φάρμακα, που περιορίζουν τη φλεγμονή. Ωστόσο, μπορεί να αποτύχουν να αποτρέψουν τις χειρότερες συνέπειες της νόσου, ιδιαίτερα εάν υπάρχει καθυστερημένη διάγνωση.
Τα μωρά και οι ηλικιωμένοι διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο. Τα πιο κοινά, πρώιμα συμπτώματα περιλαμβάνουν πονοκέφαλο, πυρετό με κρύα χέρια και πόδια, άκαμπτο λαιμό και μη ανοχή στα έντονα φώτα. Μερικοί ασθενείς μπορεί, επίσης, να εμφανίσουν εξάνθημα. Σε μωρά και μικρά παιδιά υπάρχουν επιπρόσθετα συμπτώματα που μπορεί να περιλαμβάνουν ένα ασυνήθιστο κλάμα και ένα μαλακό σημείο στο κεφάλι, το οποίο δημιουργεί πόνο.
Διάφορα βακτήρια μπορούν να προκαλέσουν μηνιγγίτιδα. O μηνιγγιτιδόκοκκος, ο πνευμονιόκοκκος και ο αιμόφιλος ινφλουέντζας τύπου Β προκαλούν πάνω από το 75% όλων των κρουσμάτων βακτηριακής μηνιγγίτιδας και ευθύνονται για το 90% της βακτηριακής μηνιγγίτιδας στα παιδιά. Τα λιγότερο συχνά βακτηριακά αίτια, όπως ο σταφυλόκοκκος, ο στρεπτόκοκκος ομάδας Β, τα εντεροβακτηριοειδή και η λιστέρια προκαλούν νόσο σε ευαίσθητους πληθυσμούς, όπως τα νεογνά και οι ανοσοκατασταλμένοι ασθενείς.
Ο N. meningitidis (μηνιγγιτιδόκοκκος), που προκαλεί μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα, είναι αυτός που ευθύνεται για τις μεγάλες επιδημίες. Υπάρχουν 12 οροομάδες του μηνιγγιτιδόκοκκου και έξι από αυτές (A, B, C, W, X και Y) μπορούν να προκαλέσουν επιδημίες. Ο μηνιγγιτιδόκοκκος μολύνει μόνο τον άνθρωπο και προϋπόθεση είναι ο αποικισμός του ρινοφάρυγγα. Ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού (το 5-10%) φέρει τον μηνιγγιτιδόκοκκο στον λαιμό του –ο μηνιγγιτιδόκοκκος δεν επιβιώνει στο περιβάλλον.
Τα βακτήρια μπορούν να επιζήσουν σε τρόφιμα, που δεν έχουν μαγειρευτεί σωστά ή μπορούν να μεταδοθούν από μολυσμένα άτομα με φτάρνισμα ή βήχα. Μπορούν να μεταφερθούν στον λαιμό και μερικές φορές να κατακλύσουν την άμυνα του οργανισμού, επιτρέποντας στη μόλυνση να εξαπλωθεί, μέσω της κυκλοφορίας του αίματος, στον εγκέφαλο.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα άτομα που προσβάλλονται μπορεί να αρρωστήσουν μέσα σε λίγες ώρες. Το γιατί κάποιοι αρρωσταίνουν, ξαφνικά, και άλλοι όχι δεν είναι πλήρως κατανοητό, αλλά μπορεί να συνδέεται με ορισμένα συμβάντα, όπως ο τραυματισμός στο κεφάλι, άλλη λοίμωξη ή φάρμακα που αποδυναμώνουν το ανοσοποιητικό σύστημα. Προηγηθείσα ιογενής λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού ενδέχεται λόγω της μεταβολής της δομής του επιθηλίου να κάνει τον οργανισμό πιο επιρρεπή στη μηνιγγίτιδα.
Ο εμβολιασμός αποτελεί το πιο αποτελεσματικό μέτρο πρόληψης. Ωστόσο, τα εμβόλια που υπάρχουν δεν καλύπτουν όλα τα βακτήρια που προκαλούν την ασθένεια. Αποτελεσματικά εμβόλια κυκλοφορούν για τον μηνιγγιτιδόκοκκο (στελέχη A, C, Υκαι W135), τον πνευμονιόκοκκο και τον αιμόφιλο τύπου b.
Μηνιγγίτιδα Β
Τα περισσότερα περιστατικά βακτηριακής μηνιγγίτιδας στην Ελλάδα είναι ο τύπος της μηνιγγίτιδας Β, που οφείλεται στον μηνιγγιτιδόκοκκο Β. Η μηνιγγίτιδα Β μπορεί να εξελιχθεί ταχύτατα και μέσα σε 24, μόλις, ώρες να προκαλέσει μόνιμες αναπηρίες ή να οδηγήσει ακόμα και σε θάνατο –περίπου 1 στα 5 περιστατικά μηνιγγίτιδας μπορεί να έχει σοβαρές επιπλοκές, όπως μόνιμες βλάβες ή αναπηρίες.
Ο μηνιγγιτιδόκοκκος Β μεταδίδεται με τα σταγονίδια και το σάλιο, με πιο συχνούς τρόπους μετάδοσης να είναι το φιλί, ο βήχας και το φτάρνισμα. Μπορεί να μεταδοθεί από άτομο σε άτομο μέσω συγκεκριμένων, καθημερινών δραστηριοτήτων. Τα άτομα που δεν εμφανίζουν τη νόσο μπορούν να φέρουν τα υπεύθυνα βακτήρια και να τη μεταδώσουν σε άλλους. Το κάπνισμα, ενεργητικό ή παθητικό, αποτελεί, επίσης, παράγοντα κινδύνου.
Ο μοναδικός τρόπος για την αποτελεσματική πρόληψη της μηνιγγίτιδας Β, είναι η έγκαιρη έναρξη και ολοκλήρωση του εμβολιασμού των παιδιών, που μπορεί να ξεκινήσει από την ηλικία των 2 μηνών. Μόνο ο εμβολιασμός αποτελεί ουσιαστική πρόληψη έναντι της νόσου, δεδομένου ότι 1 στους 10 ενήλικες φέρει το βακτήριο ασυμπτωματικά και μπορεί να το μεταδώσει σε νεαρά μέλη της οικογένειας του, μέσω καθημερινών συνηθειών.
Ο εμβολιασμός κατά των υπόλοιπων τύπων μηνιγγίτιδας είναι, επίσης, απαραίτητος, ωστόσο δεν προστατεύει τα παιδιά από τη μηνιγγίτιδα τύπου Β. Καθώς πολλοί τύποι βακτηρίων μπορούν να προκαλέσουν την ασθένεια, ο σχεδιασμός ενός μόνο εμβολίου για όλα τα πιθανά παθογόνα δεν είναι πρακτικός.