1. Home
  2. Διατροφή
  3. Διατροφικές παρεμβάσεις στον Σακχαρώδη Διαβήτη
Διατροφικές παρεμβάσεις στον Σακχαρώδη Διαβήτη

Διατροφικές παρεμβάσεις στον Σακχαρώδη Διαβήτη

0

Γράφει ο: Χάρης Δημοσθενόπουλος MMedSci.PhD,

Κλινικός Διαιτολόγος

Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ

Αντιπρόεδρος ΕΜΠΑΚΑΝ, Scientific Secretary of DNSG

 

Η σωστή δίαιτα και η κατάλληλη διατροφική θεραπεία είναι ένα καθοριστικό και αναντικατάστατο κομμάτι στην αποτελεσματική αντιμετώπιση του.

 

Τα τελευταία χρόνια o κίνδυνος εμφάνισης διαβήτη αυξάνεται με ρυθμούς επιδημίας παράλληλα με την αυξημένη παχυσαρκία που χαρακτηρίζεται από το αυξημένο σωματικό λίπος και την αύξηση της περιφέρειας μέσης. Πολλές είναι οι παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής που περιλαμβάνουν περιορισμό θερμίδων και άσκηση για την προώθηση της απώλειας βάρους, όπως αποδείχθηκε σε προγράμματα πρόληψης του διαβήτη όπως το Diabetes Prevention Program, μπορούν να μειώσουν σημαντικά τη ανάπτυξη του διαβήτη σε ασθενείς υψηλού κινδύνου με διαταραχη ανοχής γλυκόζης κατά 58%.

Η πρόσληψη συγκεκριμένων τροφίμων ή ομάδων τροφίμων μπορεί να διαδραματίσει κάποιο ρόλο στην πρόληψη του διαβήτη. Έτσι, η πρόσληψη τροφίμων ολικής άλεσης συσχετίζεται σταθερά με χαμηλότερο κίνδυνο διαβήτη ενώ αντίστροφα η συχνή κατανάλωση κόκκινου κρέατος, επεξεργασμένου κόκκινου κρέατος (αλλαντικών) συσχετίστηκε στενά με υψηλότερο κίνδυνο διαβήτη. Επίσης, η μεγαλύτερη κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων συνδέεται με μέτρια χαμηλότερο κίνδυνο διαβήτη και τα οφέλη από την κατανάλωση γιαουρτιού φαίνεται να είναι πιο πολλά από τα άλλα είδη γαλακτοκομικών προϊόντων ενώ και η κατανάλωση ξηρών καρπών μπορεί να έχει ευεργετικά αποτελέσματα στην πρόληψη του διαβήτη.

 

Η διατροφή του διαβήτη

 

Η σωστή δίαιτα και η κατάλληλη διατροφική θεραπεία είναι ένα καθοριστικό και αναντικατάστατο κομμάτι στην αποτελεσματική αντιμετώπιση του σακχαρώδη διαβήτη. Τα τελευταία χρόνια μεγάλοι Επιστημονικοί Οργανισμοί και Διαβητολογικοί Σύλλογοι από διάφορες χώρες (όπως η Αμερικάνικη Διαβητολογική Ομοσπονδία, το Diabetes Nutrition Study Group, η Καναδική Διαβητολογική Εταιρείακ.ά.) έχουν προσπαθήσει να συντάξουν γενικές κατευθύνσεις σχετικά με τη δομή και τη σύσταση της σωστής διαβητικής δίαιτας. Η τυπική στερητική δίαιτα των προηγούμενων δεκαετιών αποτελεί πλέον παρελθόν και έχει δώσει τη θέση της σε μία δίαιτα αρκετά πιο ελεύθερη και υγιεινή. Οι οδηγίες που αφορούν τη διαιτητική θεραπεία του Σακχαρώδους Διαβήτη έχουν αλλάξει και από τον αποκλεισμό των υδατανθράκων έχουμε πάει σε μια συνολικά υγιεινή διατροφή που στοχεύει στο να βοηθήσει τη διατήρηση των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα σε φυσιολογικά επίπεδα και να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο υπογλυκαιμιών.

Επίσης βασικός στόχος της δίαιτας ειδικά για τον τύπο 2 διαβήτη είναι να προκαλέσει την επιθυμητή απώλεια βάρους, όταν αυτή κρίνεται απαραίτητη, έτσι ώστενα πετύχει ακόμα και την υποστροφή του διαβήτη, να μειώσει τον κίνδυνο για στεφανιαία νόσο, μέσω της μείωσης λιπιδίων στο αίμα και να συμβάλει στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης και να διατηρήσει καλή κατάσταση θρέψης και να βελτιώσει τη γενικότερη κατάσταση της υγείας του, διατηρώντας την απόλαυση του φαγητού. Ειδικότερα, η προσπάθεια για απώλεια βάρους είναι πολύ σημαντική για την καλύτερη ρύθμιση του διαβήτη, αφού σε υπέρβαρα άτομα με διαβήτη η ευαισθησία στην ινσουλίνη είναι μειωμένη και είναι πιο δύσκολος ο γλυκαιμικός έλεγχος.

Μία απώλεια βάρους, ακόμα και σε μικρό ποσοστό 5-10% (και κατά συνέπεια η απώλεια ποσοστού λίπους-κυρίως κοιλιακού) είναι ικανή για να βελτιώσει την ευαισθησία στην ινσουλίνη, την ανοχή στη γλυκόζη και να μειώσει τόσο τα λιπίδια, όσο και την πίεση του αίματος. Αυτή η απώλεια βάρους μπορεί να επιτευχθεί με προγράμματα αλλαγής τρόπου ζωής που επιτυγχάνουν έλλειμμα ενέργειας της τάξης των 500-750 kcal / ημέρα (1,200-1,500 kcal / ημέρα για τις γυναίκες και 1,500-1,800 kcal / ημέρα για τους άνδρες). Η απώλεια βάρους συστήνεται να γίνει μέσα από την αλλαγή του τρόπου ζωής, μέσω εκπαίδευσης, μειωμένης ενεργειακής πρόσληψης κατά 500-1000 kcal ημερησίως, μειωμένης (<30%) πρόσληψης λίπους, και μέσω τακτικής άσκησης.

 

Υπάρχει ιδανικό διατροφικό πρότυπο για το διαβήτη;

 

Τόσο η American Diabetes Association (ADA) όσο και άλλοι οργανισμοί θεωρούν τη διατροφική θεραπεία ως ένα βασικό τμήμα της συνολικής θεραπείας του διαβήτη τονίζοντας ότι δεν υπάρχει ένα και μοναδικό μοντέλο διατροφής που να είναι καλύτερο για όλους όπως και ότι “μία δίαιτα ταιριάζει σε όλους” («one-size-fits-all») αλλά αντίθετα είναι σημαντική η εξατομίκευση της διαιτολογικής προσέγγισης. Μια ποικιλία διατροφικών προτύπων (συνδυασμών των διαφορετικών τροφίμων ή ομάδων τροφίμων) είναι αποδεκτή για τη διαχείριση του διαβήτη.

Τα επιδημιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι αρκετά διατροφικά πρότυπα θεωρούνται κατάλληλα για τα άτομα με ΣΔτ2 αλλά και τα  άτομα με ΣΔτ1. Τα πιο γνωστά διατροφικά πρότυπα που σχετίζονται με τη διατροφική θεραπεία του διαβήτη είναι το Μεσογειακό πρότυπο, το χορτοφαγικό (vegan/vegetarian), το χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά (low fat), το χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες (low carbohydrate), το σκανδιναβικό μοντέλο (Nordic diet) και το μοντέλο της δίαιτας DASH (που αν και σχεδιάστηκε για την αντιμετώπιση της υπέρτασης θεωρείται κατάλληλο και για το διαβήτη).

Έχει φανεί μέσα από πολλές μελέτες ότι άτομα που ακολουθούν ένα μειωμένων θερμίδων μεσογειακό πρότυπο διατροφής πετυχαίνουν βελτιώσεις στο βάρος αλλά και στο γλυκαιμικό έλεγχο. Η Μεσογειακή διατροφή φαίνεται να έχει θετικά αποτελέσματα και να ενεργεί ευεργετικά ενάντια στην ανάπτυξη ΣΔτ2, συμπεριλαμβανομένης της μειωμένης εμφάνισης οξειδωτικού στρες και της μείωσης στην αντίσταση στην ινσουλίνη και χρησιμεύει ως αντιφλεγμονώδες διατροφικό πρότυπο, το οποίο θα μπορούσε να προστατεύσει και να συμβάλλει στη θεραπεία ασθενειών που σχετίζονται με χρόνια φλεγμονή, συμπεριλαμβανομένου του διαβήτη τύπου 2.

Όσο αφορά τα λεγόμενα μακροθρεπτικά συστατικά της διατροφής μας (υδατάνθρακες, λίπη και πρωτεΐνες) η επιστημονική κοινότητα έχει καταλήξει πως δεν υπάρχει ιδανική αναλογία μακροθρεπτικών συστατικών, η οποία να συστήνεται στα άτομα με ΣΔ. Η αναλογία των μακροθρεπτικών συστατικών θα πρέπει να εξατομικεύεται και να προσαρμόζεται στους μεταβολικούς στόχους και τις προτιμήσεις του κάθε ατόμου.

 

Υδατάνθρακες

Είναι στρατηγικής σημασίας η επίτευξη ενός καλού γλυκαιμικού ελέγχου μέσα από τον έλεγχο της πρόσληψης υδατανθράκων είτε μέσω της μέτρησής τους είτε μέσω της εμπειρικής εκτίμησης. Στα άτομα που ακολουθούν εντατικοποιημένη αγωγή με ινσουλίνη (είτε σχήμα πολλαπλών ενέσεων είτε αντλία ινσουλίνης), θα πρέπει να γίνεται εκπαίδευση στη μέτρηση υδατανθράκων από εξειδικευμένο διαιτολόγο σε θέματα ΣΔ.

Το μεγαλύτερο ποσοστό της πρόσληψης των υδατανθράκων θα πρέπει να είναι από φρούτα, λαχανικά, δημητριακά ολικής άλεσης, όσπρια και γαλακτοκομικά προϊόντα. Αντίθετα, περιορισμένη πρέπει να είναι η πρόσληψη επεξεργασμένων προϊόντων, που είναι πλούσιοι σε πρόσθετα λίπη, ζάχαρη και νάτριο (40).

Η αντικατάσταση τροφίμων που περιέχουν ζάχαρη με ισοθερμιδικές ποσότητες άλλων υδατανθράκων έχει ίδια επίδραση στην γλυκόζη του αίματος. Ωστόσο, η πρόσληψη ζάχαρης πρέπει να είναι ελάχιστη και να περιορίζεται έως και το 10% της συνολικής ενέργειας.

 

Πρωτεΐνες

Για τα άτομα με ΣΔ και χωρίς νεφροπάθεια, δεν υπάρχουν συγκεκριμένες συστάσεις για μία ιδανική ποσότητα πρόσληψης πρωτεϊνών για την επίτευξη καλύτερου γλυκαιμικού ελέγχου ή την βελτίωση των παραγόντων καρδιαγγειακής υγείας. Οι στόχοι και οι συστάσεις πρέπει να εξατομικεύονται. Για τα άτομα με διαβητική νεφροπάθεια (είτε μικρο- είτε μακρο- αλβουμινουρία), η μείωση της προσλαμβανόμενης πρωτεΐνης σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά που συστήνονται για το γενικό πληθυσμός (0,8-1 g/kg) δεν βελτιώνει τον γλυκαιμικό έλεγχο, τους δείκτης καρδιαγγειακής υγείας αλλά ούτε και τον ρυθμό σπειραματικής διήθησης (GFR). Είναι σημαντικό να μην φτάνουμε στην υπερβολή της καταναλισκόμενης ποσότητας της πρωτεΐνης και είναι σημαντικό να αποφεύγουμε κετογονικές δίαιτες, που δε θεωρούνται κατάλληλες για το ΣΔ.

 

Λιπίδια

Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες συστάσεις για την πρόσληψη λιπιδίων για τα άτομα με ΣΔ και οι στόχοι θα πρέπει να εξατομικεύονται. Η σύσταση για την πρόσληψη ω-3 λιπαρών οξέων μέσα από την πρόσληψη ψαριού (και ειδικά λιπαρού), τουλάχιστον 2 φορές την εβδομάδα σε συνδυασμό με λήψη ελαιολάδου αποτελούν τη βασική αρχή της δίαιτας.

 

Νάτριο-Αλάτι

Τα άτομα με ΣΔ θα πρέπει να ακολουθούν την σύσταση για τον γενικό πληθυσμό για μειωμένη πρόσληψη νατρίου, λιγότερη από 2300 mg την ημέρα ενώ μεγαλύτερη μείωση της πρόσληψης νατρίου σε άτομα με ΣΔ και υπέρταση θα πρέπει να εξατομικεύεται. Είναι σημαντικό να αποφεύγουμε τα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα που είναι πλούσια σε αλάτι και ζάχαρη. Τα τρόφιμα αυτά αποτελούν πηγή πολλών επιβαρυντικών διατροφικών συστατικών όπως trans και κορεσμένα λιπαρά οξέα όπως και πρόσθετα και ενισχυτικά γεύσης και χρώματος, καθώς και ειδικών ενώσεων που εντοπίζονται κατά την επεξεργασία των προϊοντων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα τελικά προϊόντα προχωρημένης γλυκοζυλίωσης (AGEs). Τα UPF είναι τρόφιμα ιδιαίτερα φτωχά σε ευεργετικά θρεπτικά συστατικά. Επιπλέον, η χρήση πολλών προσθέτων μπορεί να προκαλέσει πολλαπλά προβλήματα υγείας και η συσκευασία μπορεί επίσης να περιέχει επιβλαβείς ουσίες.

 

Τεχνητά γλυκαντικά

Η κατανάλωση γλυκαντικών όπως είναι η ασπαρτάμη, η σακχαρίνη, διάφορες πολυόλες (σορβιτόλη, μανιτόλη, ξυλιτόλη, ισομαλτόζη), η νεοτάμη, το ακεσουλφαμικό κάλιο, το νέκταρ αγαύης και η στέβια είναι ασφαλή και μπορούν να χρησιμοποιούνται από τα άτομα με ΣΔ. Συχνά τους βοηθούν στον καλύτερο έλεγχο της πρόσληψης θερμίδων και υδατανθράκων. Τα υποθερμιδικά γλυκαντικά είναι δόκιμο να καταναλώνονται αλλά χωρίς καταχρήσεις ή υπερβολές και κυρίως η διατροφή να στηρίζεται σε φυσικά τρόφιμα και λιγότερο σε τυποποιημένα ή επεξεργασμένα τρόφιμα. Ειδικά, για τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη, οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες δίνουν μια μεγαλύτερη ποικιλία και περισσότερες επιλογές αρκεί να είναι σαφές ότι τρόφιμο ή ρόφημα «χωρίς ζάχαρη» (με στέβια ή ασπαρτάμη ή άλλη γλυκαντική ουσία) δεν είναι αυτόματα και μία υγιεινή ή ασφαλής επιλογή και κυρίως δεν είναι πάντα μια επιλογή χωρίς υδατάνθρακες.

Τέλος, είναι γνωστό ότι η άσκηση βελτιώνει τον γλυκαιμικό έλεγχο, μειώνει τους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, βοηθά στην απώλεια βάρους και συμβάλλει στην καλή ποιότητα ζωής στα άτομα με ΣΔτ2, ενώ παράλληλα η συστηματική άσκηση μπορεί να αποτρέψει ή να καθυστερήσει την εμφάνιση του. Επιπλέον η συστηματική άσκηση έχει σημαντικά οφέλη υγείας για τα άτομα με ΣΔτ1 όπως βελτιωμένη καρδιαγγειακή ευρωστία, μυϊκή δύναμη και ευαισθησία στην ινσουλίνη.

Συστήνεται λοιπόν μία αερόβια άσκηση συνολικής διάρκειας τουλάχιστον 150 λεπτών ανά εβδομάδα με συχνότητα τουλάχιστον ανά 2 ημέρες, και άσκηση αντιστάσεων 2-3 φορές ανά εβδομάδα ενώ και μία αναερόβια άσκηση σε χαμηλή ένταση και διάρκεια μπορεί να βοηθπήσει στη ρύθμιση του ΣΔ.

 

Πηγή: Έντυπο «Περί Υγείας»


 

Διαβάστε και ψηφιακά την έντυπη έκδοση "ΠΕΡΙ ΥΓΕΙΑΣ σήμερα"

Κυκλοφορεί σε πάνω από 2.000 σημεία πανελλαδικά