
Τοκοφοβία: Οι επιπτώσεις που προκαλεί στις εγκυμονούσες
Η Mayo Clinic, εξήγησε ότι η τοκοφοβία είναι ο υπερβολικός φόβος του τοκετού και της εγκυμοσύνης. Νέα μελέτη δηλώνει ότι 6 στις 10 Αμερικανίδες έχουν αυτόν τον φόβο, ενώ τα στατιστικά αυτά δείχνουν να αντιστοιχούν και στις Ευρωπαίες. Όπως φαίνεται, η τοκοφοβία μπορεί να προκαλέσει τόσο έντονο στρες στις εγκυμονούσες, σε σημείο που μπορεί να εμφανίσουν κρίσεις άγχους και αποχή από τη σεξουαλική επαφή με τον σύντροφο τους. Σε άλλες περιπτώσεις, η τοκοφοβία έκανε τις γυναίκες να απομακρυνθούν συναισθηματικά από το βρέφος.
Όπως εξηγούν οι ερευνητές, η τοκοφοβία χωρίζεται σε δύο επιμέρους ψυχολογικά φαινόμενα: Η πρωτοπαθής τοκοφοβία εμφανίζεται σε γυναίκες που δεν έχουν βιώσει ποτέ μία εγκυμοσύνη ή έναν τοκετό, ενώ η δευτερογενής τοκοφοβία αναπτύσσεται μετά από ένα τραυματικό γεγονός κατά τη διάρκεια εγκυμοσύνης ή ενός τοκετού, όπως μία αποβολή ή μία ιδιαιτέρως δύσκολη γέννα.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η τοκοφοβία προκύπτει σε πολλές γυναίκες, εξαιτίας της συνύπαρξης άλλων φοβιών, όπως ο φόβος του πόνου (αλγοφοβία), ο φόβος για τους γιατρούς (ιατροφοβία) και ο φόβος για τα παιδιά. Στο πλαίσιο της νέας έρευνας, οι μελετητές αξιολόγησαν τις περιπτώσεις 1.800 γυναικών από τις ΗΠΑ, με μέσο όρο ηλικίας τα 31 έτη. Οι μισές δεν είχαν γεννήσει ποτέ, ενώ το ένα τρίτο εξ αυτών είχε βιώσει τουλάχιστον μία εγκυμοσύνη, κατά την οποία αντιμετώπισε υψηλό κίνδυνο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 62% των γυναικών αντιμετώπιζε έντονη φοβία στο ενδεχόμενο τοκετού.
Πιο δυνατό αίσθημα φόβου φαίνεται να αντιμετώπιζαν οι ελεύθερες γυναίκες, σε σχέση με τις γυναίκες που βρίσκονταν σε μία σταθερή σχέση, αναφέρει η ανάλυση. Ταυτόχρονα, η τοκοφοβία ήταν πιο συχνό φαινόμενο στις γυναίκες που δεν είχαν υψηλό μορφωτικό επίπεδο, οικονομικό ή κοινωνικό υπόβαθρο. Οι ερευνητές αναφέρουν το ενδεχόμενο ότι τα ποσοστά τοκοφοβίας που υπάρχουν μπορεί να έχει μέρος ευθύνης για τη μείωση γεννήσεων και την απροθυμία αρκετών γυναικών να κάνουν οικογένεια.
Η εργασία δημοσιεύτηκε στο Evolution, Medicine and Public Health.