Τι δείχνει νέα μελέτη για τη διακοπή αντικαταθλιπτικών φαρμάκων
Για πολλούς ανθρώπους που λαμβάνουν αντικαταθλιπτικά, το ερώτημα τι θα συμβεί όταν σταματήσουν τη θεραπεία αποτελεί πηγή ανησυχίας, ιδιαίτερα λόγω του γνωστού συνδρόμου απόσυρσης. Ωστόσο, νέα επιστημονική ανάλυση δείχνει ότι οι περισσότεροι ασθενείς δεν εμφανίζουν σοβαρά συμπτώματα στέρησης ούτε υποτροπιάζουν άμεσα στην κατάθλιψη μετά τη διακοπή.
«Παρά τις προηγούμενες ανησυχίες σχετικά με τη διακοπή των αντικαταθλιπτικών, η έρευνά μας διαπιστώνει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν βιώνουν σοβαρά συμπτώματα στέρησης», σημειώνει ο επικεφαλής ερευνητής Δρ. Sameer Jauhar, ψυχίατρος και λέκτορας στο Imperial College London.
Επιπλέον, υπογραμμίζει: «Είναι σημαντικό ότι η υποτροπή της κατάθλιψης δεν συνδέθηκε με τη διακοπή των αντικαταθλιπτικών, γεγονός που υποδηλώνει ότι, εάν αυτό συμβεί, οι άνθρωποι θα πρέπει να επισκεφθούν τον γιατρό τους για να αποκλείσουν την επανεμφάνιση της καταθλιπτικής διαταραχής».
Η ανάλυση βασίστηκε σε δεδομένα από 49 κλινικές δοκιμές με τη συμμετοχή περισσότερων από 17.800 ατόμων. Στις περισσότερες μελέτες (44), οι συμμετέχοντες είτε διέκοψαν τα φάρμακα απότομα είτε τα μείωσαν σταδιακά μέσα σε μία εβδομάδα, σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα.
Σε δοκιμές με χρήση εικονικού φαρμάκου (placebo), τα πιο συχνά αναφερόμενα συμπτώματα απόσυρσης κατά τις δύο πρώτες εβδομάδες ήταν:
-
ζάλη (7,5% έναντι 1,8%)
-
ναυτία (4,1% έναντι 1,5%)
-
ίλιγγος (2,7% έναντι 0,4%)
-
νευρικότητα (3% έναντι 0,8%)
Σε μελέτες χωρίς χρήση placebo, τα ποσοστά των συμπτωμάτων ήταν ελαφρώς υψηλότερα: ζάλη (11,8%), εφιάλτες (8,1%), νευρικότητα (7,6%) και ναυτία (5,8%). Παρόλα αυτά, ο μέσος αριθμός συμπτωμάτων στέρησης δεν ξεπέρασε τα όρια που υποδεικνύουν κλινικά σημαντικά προβλήματα για τους ασθενείς, όπως αναφέρεται στην έκθεση.
Πιο έντονα συμπτώματα παρατηρήθηκαν σε όσους διέκοψαν τη βενλαφαξίνη, ένα αντικαταθλιπτικό που αυξάνει τα επίπεδα σεροτονίνης. Σχεδόν 20% ανέφεραν ζάλη μετά τη διακοπή του φαρμάκου, έναντι λιγότερο από 2% στην ομάδα placebo. Ωστόσο, οι ερευνητές τονίζουν ότι δεν διαπιστώθηκαν υποτροπές κατάθλιψης, ακόμη και σε άτομα με προϋπάρχουσα διάγνωση.
«Αυτή η πρωτοποριακή ανασκόπηση αποσαφηνίζει τα επιστημονικά στοιχεία και θα πρέπει να καθησυχάσει όλα τα μέρη σχετικά με τη χρήση και τη διακοπή αυτών των θεραπειών», δηλώνει ο Allan Young, επικεφαλής ψυχιατρικής στο Imperial College London. Συμπληρώνει: «Πρέπει να αλλάξουν οι επίσημες οδηγίες ώστε να αντικατοπτρίζουν τα στοιχεία».
Ωστόσο, ορισμένοι ειδικοί εκφράζουν επιφυλάξεις. «Αν εξετάζετε άτομα που λαμβάνουν τα φάρμακα για οκτώ εβδομάδες, δεν θα διαπιστώσετε συμπτώματα απόσυρσης», σχολιάζει ο James Davies, αναπληρωτής καθηγητής ψυχολογίας στο University of Roehampton, στην New York Times. Προσθέτει ότι: «Είναι σαν να λέμε ότι η κοκαΐνη δεν είναι εθιστική επειδή κάναμε μια μελέτη σε άτομα που την έπαιρναν μόνο για οκτώ εβδομάδες».
Ο Davies, συν-συγγραφέας μελέτης του 2019 που κατέγραψε υψηλά ποσοστά συμπτωμάτων μετά τη διακοπή αντικαταθλιπτικών, εκφράζει την ανησυχία του: «Η νέα ανασκόπηση θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντική βλάβη, υποβαθμίζοντας τις επιπτώσεις της διακοπής στη ζωή των ασθενών».
«Σύμφωνα με τα νέα συμπεράσματα, οι δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι στο διαδίκτυο που παλεύουν με σοβαρά και παρατεταμένα συμπτώματα στέρησης, δεν βρίσκονται πραγματικά σε στέρηση. Υπάρχουν πραγματικοί άνθρωποι εκεί έξω που δεν επινοούν το γεγονός ότι υποφέρουν πολύ από τη διακοπή της χρήσης αυτών των φαρμάκων», καταλήγει.